βελτιοδοξία

βελτιοδοξία
η
φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία ο κόσμος γίνεται ή μπορεί να γίνει καλύτερος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βελτίων + -δοξία < -δοξος < δόξα. Απόδοση ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. meliorism < λατ. melior «βελτίων»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μελιορισμός — ο (φιλοσ.) θεωρία κατά την οποία ο κόσμος είναι δυνατό να βελτιωθεί, αλλ. βελτιοδοξία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”